Κάθε μέρα αισθάνομαι τα πάντα και πιο υπόκωφα. Το βράδυ κλείνω το φως να κοιμηθώ και σου μιλάω. Σου λέω καληνύχτα, σου λέω πως μου λείπεις. Σου λέω πως πονάω, υποφέρω και δεν με νοιάζει τίποτα. Και σου μιλάω μόνο εκεί. Δεν τολμάω να σε ενοχλήσω, να απλώσω το χέρι να σου τηλεφωνήσω ή να στείλω ένα μήνυμα. Δεν είναι ερωτικό το θέμα να λειτουργήσω σαν γυναικούλα. Είναι συντροφικό, ψυχικό. Θα μπορούσες να είσαι με την κοπέλα σου και εγώ με τον δικό μου και πάλι να έχω την ανάγκη να σου μιλήσω. Να συναντηθώ με την αδελφή ψυχή μου. Πως το διαχειρίζεσαι αυτό; Χτες με πήρε χαμπάρι η Αφροδίτη να κλαίω. Μου λέει «Πούντος; Ο άνθρωπος που έλεγε ότι νοιάζεται για σένα που είναι τώρα; Σε αφήνει να είσαι έτσι», ασυναίσθητα σε δικαιολόγησα, είπα πως μπορεί να νιώθεις και εσύ όπως εγώ και να προτιμάς να εξαφανιστείς. Να είσαι όλη μέρα έξω από το σπίτι όπως εγώ παίρνω τους δρόμους τα βράδια. Δεν με πίστεψε, είπε πως ήταν επιλογή σου άρα αποκλείεται να το έχεις πάρει πιο βαριά από μένα. Την ρώτησα αν φαντάζεται πως θα σου λείπω. Ότι και να μου απάνταγε δεν το πιστεύω. Δεν σου λείπω όπως δεν σου έλειπα εδώ και καιρό. Πως μπορεί ένας καρδιακός φίλος να γίνει απλά υποχρέωση; Υποχρέωση να τον ξυπνάς το πρωί, υποχρέωση να του στέλνεις ένα μήνυμα στη δουλειά, υποχρέωση να του μιλάς το μεσημέρι, το απόγευμα, το βράδυ. Υποχρέωση να λαμβάνεις τα γράμματα και τα δέματά του. Ήμουν μια υποχρέωση. Όσο το σκέφτομαι τόσο οργίζομαι. Πότε έγινα βάρος και δεν το πήρα πρέφα; Τόσο πολύ παραμυθιάστηκα γαμώτο; Εσύ δεν ήσουν που στην αρχή ήσουν ενθουσιασμένος με την φιλία μας; Που έλεγες τόσα όμορφά πράγματα; Εγώ ήμουν πάντα η διστακτική, η ρεαλίστρια, κράταγα τα μπόσικα. Αλλά και αυτό το κατακρίνεις. Δεν πιστεύεις στις ισορροπίες αλλά δεν σεβάστηκες ότι πιστεύω εγώ σε αυτές. Μπορεί και να μην το είχες καταλάβει και να σου ήρθε ξαφνικό. Νομίζω πως αυτό που προσπαθούσα εγώ καιρό να κάνω, να δω τον πραγματικό άνθρωπο και όχι την ιδανική εικόνα της συντροφικής ψυχής που είχα πλάσει για σένα, εσύ το πέτυχες ασυναίσθητα. Ξαφνικά με είδες όπως είμαι πραγματικά και φυσικά ξενέρωσες. Γιατί ξενέρωσες αφού με έβλεπες μόνο σαν φίλη; Γιατί αρνήθηκες να δεχτείς τα άσχημά μου, τις αδυναμίες μου, τα ψεγάδια μου; Μερικές φορές αναρωτιέμαι ποιος από τους δύο είναι ο πιο μπερδεμένος, ο ανίκανος να εντοπίσει την ουσία. Πως θα βρω ένα καρδιακό φίλο όταν αυτός που διάλεξα με πρόδωσε; Με πρόδωσες κακά τα ψέματα. Τα βρήκες σκούρα και εγκατέλειψες. Και πάλι δεν στο χρεώνω αλλά θα θελα να ήταν αλλιώς. Θα θελα να μπορώ να σου μιλήσω και να μου απαντάς με τον ίδιο τρόπο. Δεν μπορώ να μην σε σκέφτομαι και είναι κάθε μέρα χειρότερα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου